Επιλογές 
Αρχική Σελίδα

Forum Πολιτών

Top 10
Αρχείο Ιστοριών
Ψηφοφορίες

Ανακτήσεις
Σύνδεσμοι

Συστήστε Μας
Επικοινωνία


Μενού Χρήστη 

Ποιός είναι Online 
Υπάρχουν επί του παρόντος 645 Επισκέπτης(ες) και 1 Μέλος(η) που είναι συνδεδεμένος(οι)

Είσαστε ανώνυμος χρήστης. Μπορείτε να εγγραφείτε πατώντας εδώ

Login 
Παρωνύμιο

Συνθηματικό

Δεν έχετε ακόμα Λογαριασμό; Μπορείτε να ανοίξτε ένα. Ως εγγεγραμμένος έχετε κάποιες επιπλέον δυνατότητες όπως διαχείριση θεμάτων, διαμόρφωση παρατηρήσεων και καταχώρηση παρατηρήσεων με τ'όνομα σας.

Αναζήτηση 



Νέα μέσω RSS 
Όλα τα νέα
Νέα του Δήμου
Γενικότερου Ενδιαφέροντος

Χρήσιμα Links 



Παλιά Άρθρα 
Παρασκευή, Μάιος 30
· Προκήρυξη για την κατάταξη Δοκίμων Υπαξ/κών στο Λιμενικό Σώμα
· Σε λειτουργία οι κάμερες ελέγχου ταχύτητας στην Εγνατία Οδό
Πέμπτη, Μάιος 15
· Εκδηλώσεις Τιμής και Μνήμης στον Ευεργέτη του Έθνους Κων. Γεροστάθη
Τρίτη, Μάιος 13
· Διοργάνωση ημερίδας στo Κ.Π.Ε. Αράχθου Άρτας
Τετάρτη, Απρίλιος 30
· Εκδηλώσεις προς τιμή και μνήμη του μεγάλου Φιλικού και Ευεργέτου Κων. Γεροστάθη
Παρασκευή, Μάρτιος 28
·
Σάββατο, Μάρτιος 08
· "Αιτήσεις στα προγράμματα Εκπαίδευσης Ενηλίκων"
· "Πρόσκληση"
· "Επείγουσα Ανακοίνωση"
Παρασκευή, Φεβρουάριος 21
· "Δελτίο Τύπου"
Τετάρτη, Φεβρουάριος 19
· "Ενημέρωση από τον Δήμαρχο για τα 3 έτη δημιουργικής πορείας"
· "Υλοποίηση του Έργου GRETA από τον Δήμο Νικολάου Σκουφά"
Τετάρτη, Φεβρουάριος 12
· "Συνάντηση της Β. Ευταξά με το Δήμαρχο Ν. Σκουφά"
Δευτέρα, Φεβρουάριος 03
· "Στήνουν τα μπλόκα τους σήμερα οι αγρότες"
· "Νέος ισχυρός σεισμός στην Κεφαλονιά"
· "Η Όλγα Γεροβασίλη υποψήφια στην Περιφέρεια Ηπείρου"
· "Εκτός οι ετεροδημότες από τις ευρωεκλογές"
Κυριακή, Ιανουάριος 26
· ΕΚΤΑΚΤΟ: Σεισμική δόνηση 5,7 στην Κεφαλλονιά
Σάββατο, Ιανουάριος 25
· AΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΚΟΜΠΟΤΑΙΩΝ: Γενική Συνέλευση
· ΙΟΝΙΑ ΟΔΟΣ: Ξεκίνησαν τα Έργα
· ΣΔΟΕ: "Λαβράκι στην Ήπειρο"
Παρασκευή, Ιανουάριος 24
· ΕΚΤΑΚΤΟ: "Ραγδαία επιδείνωση του καιρού"
· ΑΛ. ΚΑΧΡΙΜΑΝΗΣ: Δήλωση για τις Δημοτικές-Περιφερειακές Εκλογές"
· "Δημοπρατήσεις έργων στις Π.Ε. Άρτας"
· "Εξευτελιστική τιμή για τα πορτοκάλια της Άρτας"
· "Έλεγχος πτυχίων και πιστοποιητικών για τους εκπαιδευτικούς"
· ΑΡΤΑ: "Συνελήφθησαν τέσσερις γυναίκες για κλοπή χρυσών κοσμημάτων από σπίτι"
Κυριακή, Δεκέμβριος 29
· Ευχές
Παρασκευή, Δεκέμβριος 13
· Στα Καλάβρυτα ο Δήμαρχος Ευστάθιος Γιαννούλης
Παρασκευή, Νοέμβριος 22
· Πρόσληψη προσωπικού με σύμβαση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου ορισμένου χρόνου

Παλαιότερα Αρθρα

Γλωσσικοί Θησαυροί
Λεξιλόγιο Κομποτίου



Λάμπρου Απ. Τατσιόπουλου


Α
Aά – αά : χουχούλιασμα  ( αάζω : εκπέμπω θερμή αναπνοή )
αάτ! :  μη αυτό!  ( αάατος : βλαβερός , απαραβίαστος  )
αγκώτ (η) : μπαρούτη πυροδότησης όπλου ( άγω και ζωή : ζωντανεύω με φωτιά )
άει : πήγαινε! (άγω) «άει στο καλό!» (προφ. ά(γ)ει)
αγκοχή : γωνία ή κορυφή στερεού κοφτερή ( ακαχμένος : με οξεία ακμή)
αγλέουρας : τρελλοφαγία ( ελλέβορος ή σκάρφη ή αγλέουρας , φυτό ευθυμίας και βουλιμίας , θεραπευτικό μελαγχολίας . «έφαγε τον αγλέουρα».
άζαπος : ζημιάρης ακράτητος ( αζάτη : ελευθερία )
αθερόστομος : κακολόγος ( αθερές : ανόητο, ανόσιο )
αλάνι : περιπλανώμενος ( αλαίνω : αλάομαι : περιπλανώμαι )
αλάνταβος : βίαιος ( άλλως – άπτω )
αλικότισμα: εμπόδισμα ( α-λήξη )
αλμπασία : ενόχληση ( αλάμπετος: σκοτάδι ) «αλμπασία είναι με τις φωνές τους»
άμπλας : αναβρυσικό ποταμιού ( αμπλάκημα: πλάνη, ξεγέλασμα )
άμπουχμα : σπρώξιμο ( αμπώθω ) «μια αμπουξιά, κι κάτ΄»
άμουρος : άφαντος ( άμμορος : αμέτοχος )
αμούντ : εξαφανισμένος ( αμού : κάπου αλλού )
ανάκαρο : δύναμη ανόρθρωσης σώματος ( ανάκαρ (κάρα) : σήκωμα κεφαλιού.
ανάσα : αναπνοή ( άω : πνέω ) εκούσια ( ανασθμαίνω : αναπνέω θεληματικά )
αντάμα : μαζί, συντροφία (αντάω : συναντάω κάποιον – κάτι) «αντάμα παν΄»
ανταίτι : συνήθεια, ανταπόδοση ( αντατέω: ζητάω αντάλλαγμα )
αντείκιασμα : τυφλή σκόπευση, εύρεση (αντεικάζω : παρομοιάζω)
άντεσμα : μπλέξιμο ( α – έσις : άφεση)
αντίτωπος : ίδιος στην όψη ( ωψ – όψις : μάτι )
άξ(ι)φος : δυσκολοφάγωτο ( άγω – άξομαι ) « φαρμάκι κι άξφος το ψωμί του»
απόπατος : κοπρώνας (αποπατέω ή αφοδεύω : πηγαίνω πέρα από το δρόμο για σωματική ανάγκη )
απούμωμα : δυσκολία αναπνοής (πώμα)
απουκούμπι : στήριγμα ( αποκόμπιο : βαλλάντιο, πορτοφόλι )
αρβάλι : λαβή χύτρας ( αίρω και βάζω : σηκώνω και τοποθετώ)
ασί(γ)ηστο : θορυβοποιό ( ασίγητο : ασταμάτητο σε θόρυβο και φωνές )
ασκέρι : ανεξάρτητο απόσπασμα στρατού ( διασκαίρω : τινάσσομαι έξω σαν ψάρι )
άστε ντου : έτσι θέλω ( στέγω – άστεκτος : αφόρητος, αβάστακτος )
άτσαλος : αταχτοποίητος – ακάθαρτος ( ατάσθαλος )
ατσίδας : έξυπνος, δραστήριος ( ασίδας : πελαργός )
ατόφιο : ακέραιο ( α – τοφιών : λίθος συμπαγής, όχι πορώλιθος )
αχαμνά : στενόχωρα ( αχανές : στενό άνοιγμα )

Β
Βάισμα: γύρισμα, κλίση (βάλλισμα: παλινδρομική κλίση)
βιζίλα: μοχλός (βύζη: στενόχωρο πίεσμα)
βίραγκας: λίμνασμα νερού βαθύ (ποταμιού) (βίρρος: βαθυσκέπαστος)
βιργιάν (ι): ξέφραγο, ελεύθερο, απροστάτευτο (βέρρης: φυγάς – γίνομαι)
βλάρι: μονοκόμματο ύφασμα (βλαστάνω)
βλυσίδα: βρύση θησαυρού (βλύζω – αναβλύζω)
βολιός: κοπρώνας (βολεών: σωρός κοπριάς)
βολίμι: μολύβι (βόλιμος : μόλυβδος)
βούζωμα: άρνηση μετακίνησης (βουζώνω – αρχ. Ιζάνω: κατακαθίζω)
βούρλο: φυτό όμοιο με σχοινί (βρύλλο : σπάρτο)
βρίζα: σιτηρό (βρίζα: σίκαλη)
βρος: βαθύ λίμνασμα ποταμιού (βρύχα: βάθος και βρόχα: ρουφήχτρα)
βρώμα: βρωμιά (βρώμος: δυσωδία)
βρώμη: σιτηρό (βρόμος: βρώμη)

Γ
Γαβριάς: φαντασμένος, παλληκαράς (αγαυρίασμα : θρασύτητα, αναίδεια)
γαζέπ (ι): βροχή καταρρακτώδης (γάζα: θησαυρός)
γάνωμα: κασσιτερωμένο αγγείο (Δανός: λαμπρότητα, στιλπνότητα)
ψαύσε: καμπούριασε (σαν τιμωρία αμαρτωλού) (Γαύδος : κυρτός )
γαραφένιο: ολοκάθαρο (για τ’αράφι – ράφι: άραρα: αραδιασμένα στον τοίχο)
γάστρα: κύλη ψηστιέρα εστίας ( γάστρα: κύλη- κοιλιά αγγείου)
γίδα: αίγα (αιγίδιο: κατσίκι)
γιωμένο: οξυδωμένο (ιομένο: δηλητηριασμένο)
γκαΐδός: αλλοίθωρος (αΐδής : θαμπός στην όραση)
γκάνιασμα: κλάμα μωρού αδιάκοπο (ανιάζω: θλίβομαι, αισθάνομαι ανία)
γκεζέρισμα: άσκοπος περίπατος (για – γύρισμα, περιφορά)
γκέου: χοντρή γυναίκα (απογκέω : εξογκούμαι) «ένα λεπτό το σκόρδο, γκέου»
γκέψιμο: βούτηγμα ψωμιού σε λάδι (εγγίζω)
γκιμμένος: άρρωστος (εγγυιόω : εκτείνω τα μέλη μου – ξαπλώνω κάτω)
γκλόπα: ζημιά αδικίας (λοπίζω : ξεφλουδίζω) «με γκλόπιασε ο κερατάς με ξεφλούδισε»
γκότσι: πείσμωμα (κότος : οργή) «άσε τον΄ τον έχει γκότσι τώρα »
γκούρλισμα: φωνές πεινασμένου γουρουνιού (γρυλισμός: γρύλλισμα χοίρου)
γκουσομάνισμα: φούσκωμα στο τρέξιμο (όγκος : φούσκωμα)
γκρίντζιαλος: εριστικός (γρύζω: ξύλινος οδηγός με ραβδώσεις)
γρατσιουνιά: ονυχοξύσιμο (γράστη: αμυχή)
γραίνω: ξανοίγω μαλλιά προβάτου (γράω: κατατρώγω)
γρουμπούλι: σκληρή στρογγυλή πέτρα (γρόνθος: λίθος προέχων του τοίχου)
γρούσπα: λάκκος (γρόφω: ορύττω, σκάβω)
γρύλλια: χωρίς ζουμί βραστά φασόλια (γρυ: απλό)
γούπατο: βαθύ λάκκωμα (γάποτος : τον καταπίνει η γη)
γούρνα: λάκκος γης (γρώνος κοίλος)

Δ
Δαυλί: αναμμένο ή σβησμένο ξύλο (δαλός: κομμάτι φλεγόμενου ξύλου)
διασίδι: υφαντό (διάζομαι: τακτοποιώ το στημόνι για τον αργαλειό)
δικριάνι: γεωργικό εργαλείο δίκρανο: με δυο δόντια)
δίμιτο: υφαντό με διπλό μίτωμα (μίτος: κλώστη)
δρεπάνι: γεωργικό εργαλείο θερισμού (δρέπω: συλλέγω και κόβω)
δυαγούμισμα: καταλήστευση – κλοπή (δυάω – δύη: βάρος οδύνης , δυστυχία)
δώλιος: δούλος , κακομοίρης (δώλα: δούλη) «η δώλια η μάννα»

Ε
Εγώ δα: εγώ είμαι σε θέση (εγώ οίδα (εγώδα): εγώ ξέρω)
εξώλης και προώλης: παλιάνθρωπος (εξώλης: βδελυρός- προώλης: χαμένος)

Z
Ζάβατο : πυκνόλογγος (από ζώα άβατο: απάτητο)
ζαβουλιάρης : διαβολέας (ζαβάλλω : διαβάλλω)
ζαγκάνισμα : παλινδρομική κίνηση σε κάθισμα (για κίνηση)
ζαμπλάκα : κρυολόγημα (αμπλάκημα : πάθημα , αμάρτημα)
ζάρκος : γυμνός (σάρκα : κρέας )
ζγαντζίκι : ανάποδο παιδί – δύστροπο ( γάντζος )
ζερβοχέρης : αριστεροχέρης (ζερβός : ανάποδος – από το έρεβος : σκοτάδι)
ζιακάτισμα : ενοχλητικό κέντημα ( άκανθα : αγκάθι )
ζιάβρακας : ισχνός (ζαβρός : πολυφαγάς) «τρώει, τρώει κι δεν παχαίνει»
ζιόγκος : φούσκωμα, πρήξιμο (όγκος)
ζιχλιμοίρης : αρρωστιάρης, κλαψομοίρης (θλίψη – μοίρα)
ζ  (ου) λαπ  (ι) : αγρίμι (ζώο – λάπτω : ρουφώ αίμα)
ζμπόρισμα : αστείο (πόριμος (πόρος): ο δυνάμενος να επινοήσει – επινόημα)
ζούδ (ι) : ζωάκι (ζωΐδιο : μικρό ζώο)
ζούφιο : σκοτεινό (ζόφος : σκοτάδι) « ζούφια μέρα σήμερα»
ζώντοβολο : ζώο άβουλο – γαϊδούρι (βόλομαι ή βούλομαι : εννοώ, θέλω επιθυμώ)

Θ
Θράκα : ανθρακιά (άνθρακας : κάρβουνο) και «τον έβγαλαν θράκα» μισοπεθαμένο
θράσιο : νερό πόσιμο σε αγγεία ύστερα από κηδεία νεκρού (δωρ. θνάσιο : θανης)
θράσιος : πεθαμένος ξαφνικά ή σκοτωμένος (θνάσιος – θνήσκω – θνάσκω : πεθαίνω)

Κ
Καείπωμα : εξαφάνιση (καν – είπω: δεν το αναφέρω, το κρατάω μυστικό)
κακόψανα : κακόβραστα (κουκιά)  (άψανα κουκιά: δυσκολόβραστα)
κάκω : θεία (κακανέω: ακονίζω ψυχές μικρών παιδίων)
καλοσκαίρισμα : απόλαυση φρούτων από τα πρώτα ώριμα (καλό – καιρό)
κανταρέλλα : σειρά, ομάδα ζώων (καντάρι: στατήρας) «καντάριασέ τα»
καπέτα : αναδίπλωση μαλλιών κεφαλιού (πέτασος: καπελωτός)
καπτσάρ (ι) : ακόλουθος (άπτω – σείρω) «δεν ξεκολλάει από κοντά μου – καπτσάρ»
καρίκωμα : σφίξιμο λαιμού  (καριόω: σκοτώνω)
καρκάνιασμα : ξεροψήσιμο – αποπληξία  (κάρα – ανία και κάρβουνο – καίω)
καρύκι : αλευρομύλου καρποθήκη  (καρυκάζω: ταρακουνάω)
κασάρι : γεωργικό εργαλείο κοπής χόρτων  (καθαίρω: καθαρίζω)
καστραβέτσι : αγγούρι  (στραβαλός : στρογγυλόπαχος)
καχρυμάνης : έκπληκτος από περιστατικό  (καχρύω: συγχέω)
κέσσι : σφαγή  (διακεάζω: κόβω στα δυο, διασχίζω)
κλούφι : θήκη  (κελύφι: θήκη)
κόθρος : περίγυρος – πλαίσιο κόσκινου ή ψωμιού  (καθοράω: βλέπω ολόγυρα)
κόκο : αυγό κόττας  (κόκκος και κο, κο, κο της φωνής της κόττας)
κολλιάντζα : λιποσαρκία αρρώστιας  (κολλάω: κόλλημα κοιλιάς)
κότημα : τόλμημα  (κοτίκας: κόκκορας)  «αν τ’ κουτάει, ας καν’ τον κόκκορα»
κορδυλάκι : αποφυγή, απόκρυψη  (εγκορδυλέω: περιτυλλίσω, σκεπάζω)
κορύτος : πέτρινο στρογγυλό νεροδοχείο ζώων  (κορύτη: κρανίο κεφαλιού)
κοτρώνι : βράχος  (κοθόρνι: ψηλός όγκος)
κότσιαλο : σπερματοθήκη καλαμποκιάς  (βότσαλο)
κουκουμέλα : μανιτάρι  (κούκι – μέλι: καρυδόσχημη κηρήθρα)
κούμπλο : κορόμηλο  (κούκι – μήλο: μήλο με κουκούτσι)
κουντούρι : τμήμα κορμού δένδρου ή δεμάτι μεγάλο σιτηρών (κοντός – τέμνω)
κούντρισμα : κεφαλοπάλαιμα κριαριών – τράγων – βοδιών  (εγκορύπτω: κουντρίζω)
κούπα : σύντομα – κατ’ ευθείαν  (κόπτω: συντομεύω) «το ΄κοψε κούπα»
κουρκοκέφαλο : κορυφή κεφαλιού  (κουρίξ: άκρη κόμης και κεφαλή)
κουρκούτι : αλευρόκρεμα  (κούρος: παιδί και κόρος χορτασιά)
κούρνια : κοτέτσι  (κοτοθέσι)  (όρνις: πτηνό)
κουσή : τρεχάλα  (ώσις – ωθίζω: ορμή)
κούσιαλο : γέρος  (σίελος: σάλια)  «του πέφτουν τα σάλια»
κουτέλι : τεμπελόσκυλο  (και όλο θέλει)
κοφίνα :καλαμόπλεκτη η βεργόπλεκτη αποθήκη  (κόφινος: κοφίνι)
κραμποκούκι : ψωμί καλαμποκίσιο ψημένο σε ανθρακιά μέσα σε φύλλα κράμβης
κριτσανίδα :τραγανιστό ψωμί  (στο μάσημα ακούεται το κριτς, κριτς)
κριτσίλωμα : αναδίπλωση  (κυρτός και ήλος: γυριστό καρφί)
κρούπα : μεθύσι  (κραιπάλη: βαρύ μεθύσι)
κτσιούμπι : μοναχικό κούτσορο δέντρου αποκλαδωμένο  (κουτσός – εμποιώ)

Λ
Λαβούρα : ξάφνιασμα τρόμου  (λάβρος: ταραχώδης)
λαγαρό : διαυγές, κρυστάλλινο  (γαργαίρω – γάργαρο: βρύω – βρυσίσιο, διαυγές)
λάγκεμα : ταραχή από φόβο (λας: λίθος και άγχων: δήμιος), απολίθωμα τρόμου
λάγκεμα : ταραχή από φόβο  (λαγκία: λόγχη)
λαγκιόλι : τριγωνικό τμήμα φουστανέλλας  (λαγκία: λόγχη) «φουστανέλλας με δυο μάνες και σαράντα δυο λαγκιόλια».
λαγούμι : ανάσκαμμα λάκκου  (λαγός και όμοιο: λαγοφωλιά)
λαλαγκίδα : ψωμί ζυμωμένο με λάδι  (λάδι και εγκρίδα: τηγανίτα)
λακνιά : κοπάδι σε λάκκα  «μια λακνιά παιδιά»
λακριντί : ψιλοκουβέντα  (όλο και κραίνω: διηγούμαι αδιάκοπα)
λά’ι’ασμα: ακινησία (απολα΄ι΄ζομαι: απολιθώνομαι)
λαντζόνι: παχύ, στρουμπουλό σαν γυαλιστερή πέτρα, ζηλευτό (λας: πέτρα-λάζομαι: αρπάζω) «ένα άλογο λαντζόνι, να το πάρεις και να φύγεις )
λάρωμα: σιωπή (λαρός: μελωδικός) «λάρωσε το μωρό σιγομελωδίζει»
λασκάρισμα:απομάκρυνση με φωνές (λάσκω: κραυγάζω, διαλαλώ) «πάει λασκάρισε αυτός».
λάστρα: υαλοπίνακας , τζάμι (λάω: βλέπω)
λάου – λάου: με σκυφτό βάδισμα, βλέποντας ερευνητικά (λάω: βλέπω)
λέρα: βρωμιά, απλυσιά (λίρος: αισχρός, βρωμιάρης )
λέσιο: ψοφίμι (ηλέσιο: κάτω στον ήλιο, πεταγμένο)
λέτσιος: κουρελιάρης (λάω : βλέπω- γύμνια)
λιακατσέρι: λιανόπαιδο, νήπιο (διά και σέρει: ακολουθεί πιασμένο)
λιάτα: μεγάλο τσεκούρι (λίαν – τάνα: πολύ κοφτερή)
λιάτερο: νήπιο ισχνό (λίαν καιάταιρι : δεν έχει το όμοιό του)
λιγένι: λεκάνη μετάλλινη (λιγαίνω: κάμνω να ηχήσει)
λίγδα: κηλίδα λαδιού , λίπους (λίγο- οίδα: διακρίνω, βλέπω)
λίλια: στολίδια (λιλαίομαι: πολυζηλεύω)
λίμπα ή λήμπα: πήλινο βαθύ πιάτο φαγητού (λήμμα: λήψη ,χώρος)
λίμπα: αρχίδια (λιμπίζομαι: ζηλεύω)
λιούγκρισμα: δυσκολόβλεμμα (ήλιος – διακρίνω)
λίχνισμα: ξανέμισμα σιτηρών (αναλικμάω: αποχωρίζω τ’ άχυρο από το σιτάρι)
λόθρα: πρόκα κοντή χοντροκέφαλη πέλματος (σόλας) τσαρουχιών (ηλάθρα)
λό΄ι΄δο: ολίγα μαλλιά (ολόπτω: αποσπώ, τίλλω)
λόστος: πάσσαλος σιδερένιος ανοίγματος οπής στη γή (όλος – ώσις: σπρώξιμο)
λουβί: σκελίδι σκόρδου (λοβόουμαι: διαιρούμαι σε λοβούς)
λουμάκι: ραβδί ίσιο, βλαστάρι (ύλημα : καλάμι ίσιο)
λούμπα: λάκκος γεμάτος νερό (λούμα : νερό)
λούρα: ξύλινο ίσιο ραβδί- λούρος: μακρύ ραβδί ( λωρίζω: μαστίζω, δέρνω)
λούτιασμα: Απόπλυση εγκεφάλου (αλλοτρίασμα: αλλαγή σκέψης)
λούτσα: λουτρό γουρουνιού, λασπώνερο (λούσις : λούσιμο)
λύγκιασμα: λόξυγκας (λύγξ: λυγμός)
λυσιά: στρώμα πλεχτώ σε ξύλινους πασσάλους με βέργες λυγιάς (λύω)
λάχνιασμα: ταραχή υπνωμένου (λαχνήεις : όψη τριχωτού, μαλλιαρού)
λιάκατα: έξω χυμένα εντόσθια σχισμένης κοιλίας ζώου (ήλιος – κάτω)
λάγγεμα: υποχώρηση από φόβο (λαγγάζω: υποχωρώ)











Copyright © από www.kompoti.gr All Right Reserved.

Δημοσιοποίηση σε: 2008-04-08 (13741 το έχουν διαβάσει)

[ Προηγούμενο ]




© 2004 - 2013, kompoti.gr - ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος web site με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του εκδότη. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα. Σχεδιασμός website : QNS

PHP-Nuke Copyright © 2005 by Francisco Burzi. This is free software, and you may redistribute it under the GPL. PHP-Nuke comes with absolutely no warranty, for details, see the license.
Αναπαραγωγή Σελίδας: 0.07 Δευτερόλεπτα